Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Ειδικό Λεξιλόγιο, Χρηματοοικονομικά & Πολύτιμα Μέταλλα

Ειδικό Λεξιλόγιο, Χρηματοοικονομικά & Πολύτιμα Μέταλλα
Ιστορικό Νόμισμα: Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται στη βιομηχανία πολύτιμων μετάλλων και αναφέρονται σε χρυσά νομίσματα κατασκευής πριν το 1933.
Καράτι: Το καράτι αποτελεί μονάδα μέτρησης της καθαρότητας του χρυσού και υποδεικνύει την περιεκτικότητα χρυσού που υπάρχει σε μία πλάκα, σε ένα νόμισμα ή σε ένα κόσμημα. Η περιεκτικότητα που υποδηλώνουν τα “καράτια”, μετράται όχι “επί τοις εκατό”, αλλά σε “εικοστά τέταρτα”.
Νόμισμα (Currency): Η μονάδα της οικονομικής αξίας των εμπορευμάτων που θεσπίζεται από ένα κράτος και αποκτά υλική μορφή ως κέρμα ή χαρτονόμισμα.
Ουγγιά (Troy): Παγκόσμια μονάδα μέτρησης, η οποία χρησιμοποιείται ως μονάδα μάζας των πολύτιμων μετάλλων και ισοδυναμεί με το 1/12 της ευγενούς (troy) λίβρας. Η ισοδυναμία σε γραμμάρια είναι 1 ευγενής (troy) ουγγιά = 31,10 γραμμάρια.
Ποσοτική χαλάρωση (Quantitative easing – QE): Ονομάζεται η νομισματική πολιτική κατά την οποία μια κεντρική τράπεζα δημιουργεί χρήμα αγοράζοντας χρεόγραφα, όπως κρατικά ομόλογα. Σκοπός αυτού του νομισματικού εργαλείου είναι η αύξηση της κατανάλωσης του ιδιωτικού τομέα και η ελεγχόμενη αύξηση του πληθωρισμού, όταν έχει σταματήσει να είναι αποτελεσματικό το μέτρο της μείωσης των επιτοκίων (όταν αυτά έχουν φτάσει κοντά στο μηδέν ή έχουν γίνει αρνητικά).
Ρευστότητα: Είναι η ικανότητα ταχείας μεταπώλησης ενός στοιχείου ενεργητικού με αμελητέα μεταβολή στην τιμή του και με ελάχιστη απώλεια στην αξία του.
Συλλεκτικό: Στην βιομηχανία των πολύτιμων μετάλλων, το συλλεκτικό αναφέρεται σε κέρματα που αποτιμώνται με βάση την σπανιότητα, την κατάσταση ή την ημερομηνία κοπής παρά την περιεκτικότητα τους σε καθαρό μέταλλο.
Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (Bank of International Settlements): Είναι ένας διεθνής οργανισμός αποτελούμενος από κεντρικές τράπεζες που “υποβοηθά τη διεθνή νομισματική και χρηματοοικονομική συνεργασία και δρα ως μια τράπεζα για τις κεντρικές τράπεζες”. Δεν βρίσκεται υπό τον έλεγχο καμίας εθνικής κυβέρνησης. Η ΤΔΔ λειτουργεί μέσα από υποεπιτροπές και γραμματείες, αλλά και μέσω του ετήσιου Γενικού Συμβουλίου όλων των μελών της. Επίσης, παρέχει τραπεζικές υπηρεσίες, μόνο όμως στις κεντρικές τράπεζες ή σε άλλους διεθνείς οργανισμούς. Εδρεύει στη Βασιλεία της Ελβετίας και δημιουργήθηκε με τις Συμφωνίες της Χάγης του 1930.
Χρήμα (Money): Οποιοδήποτε καταγεγραμμένο έγγραφο το οποίο είναι γενικά αποδεκτό ως μέσο πληρωμής για αγαθά και υπηρεσίες και την αποπληρωμή των χρεών σε μια συγκεκριμένη χώρα ή κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο ή μετατρέπεται εύκολα σε μια τέτοια μορφή.
Abenomics: Αναφέρεται στην οικονομική πολιτική του πρωθυπουργού της Ιαπωνίας Σίνζο Άμπε. Τα Abenomics βασίζονται στα δημοσιονομικά κίνητρα, χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Acid Test (Δοκιμασία Οξέος): Η διεργασία για να προσδιορίσει τη λεπτότητα του χρυσού με τη χρήση του νιτρικού οξέος και βασιλικού νερού. Καθώς ο χρυσός είναι αδιάλυτος στο νιτρικό οξύ, που όμως διαλύει τον άργυρο (Ag) και τα υπόλοιπα βασικά μέταλλα, χρησιμοποιείται για να επιβεβαιωθεί η παρουσία χρυσού σε αντικείμενα.
Allocated Account: Με τον όρο αυτό εννοούμε την διαχωρισμένη Ατομική Θυρίδα Ασφαλείας του Πελάτη. Κάθε πελάτης έχει τη δική του ατομική θυρίδα με σφραγίδα ασφαλείας, μέσα στο θησαυροφυλάκιο, κάτι το οποίο απαλείφει τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου που σχετίζεται με έναν «γενικό λογαριασμό χρυσού» (Unallocated Account).
Ask: Η τιμή στην οποία ένας έμπορος προτίθεται να πωλήσει.
Assay (Δοκιμασία): Η εξέταση για να εξακριβωθεί η λεπτότητα και το βάρος των πολύτιμων μετάλλων. Στον χρυσό και το ασήμι για να γίνουν αποδεκτά τα αποτελέσματα της ανάλυσης από τις επαγγελματικές αγορές πρέπει να πληρούν ένα ελάχιστο αποδεκτό όριο καθαρότητας που καθορίζεται από την London Bullion Market Association (LBMA). Οι ράβδοι χρυσού που πληρούν τα πρότυπα LBMA λέγεται ότι είναι “Good Delivery” – “καλής παράδοσης”. H επένδυση σε χρυσό “Good Delivery” είναι σημαντική, καθώς σε περίπτωση ρευστοποίησης σημαίνει ότι πουλάτε μια εγγυημένη ποιότητα χρυσού ή ασημιού επιτυγχάνοντας υψηλότερες τιμές.
Backwardation: Αναφέρεται στην κατάσταση της αγοράς, όταν η τιμή spot είναι υψηλότερη από την μελλοντική (futures). Με απλά λόγια σημαίνει έλλειψη και ανεπαρκή προσφορά για δεδομένη ζήτηση. Στο αντίστροφο φαινόμενο η αγορά βρίσκεται σε Contango.
Baltic Dry Index: Ο δείκτης Baltic Dry Index (δείκτης ξηρού φορτίου) είναι ένας δείκτης ο οποίος λαμβάνει καθημερινώς τιμές από το Χρηματιστήριο Baltic Exchange με έδρα το Λονδίνο. Ο δείκτης αυτός παρέχει αποτίμηση των ναύλων των θαλάσσιων μεταφορών, των κυριότερων πρώτων υλών. Για τον υπολογισμό του συνεκτιμώνται 26 θαλάσσιοι οδοί (δρομολόγια) πλοίων, μετρούμενα με χρονοδιαγράμματα και αποστάσεις. Ο δείκτης καλύπτει πλοία, Handymax, Panamax, και Capesize χύδην ξηρού φορτίου, τα οποία μεταφέρουν εμπορεύματα όπως άνθρακα, σιδηρομεταλλεύματα , σιτηρά κλπ
Bear Flag: Είναι ο σχηματισμός που διακρίνεται κατά την πτωτική πορεία μιας τιμής όπου ακολουθείται από μεγάλο όγκο διαπραγματεύσεων και συνήθως συνεχίζεται περαιτέρω πτώση και είναι ένα σήμα για να πουλήσουν. Η ονομασία προέρχεται από το γεγονός ότι φαίνεται περίπου σαν ένα ανάποδο κοντάρι της σημαίας, όταν σχεδιάζεται σε ένα γράφημα.
Bretton Woods Agreement: Η συμφωνία μεταξύ των 44 συμμαχικών δυνάμεων η οποία πραγματοποιήθηκε το 1944 και είχε ισχύ έως το 1971, πήρε την ονομασία της από την ομώνυμη Νομισματική και Χρηματοοικονομική Διάσκεψη στο Bretton Woods (ΗΠΑ). Σύμφωνα με το σύστημα Bretton Woods, κάθε χώρα που συμμετείχε αναλάμβανε την υποχρέωση να ασκήσει τέτοια νομισματική πολιτική που να διατηρεί την συναλλαγματική της ισοτιμία σταθερή σε μια καθορισμένη τιμή, με μέγιστη απόκλιση ένα τοις εκατό, σε σχέση με τον χρυσό. Σκοπός της δημιουργίας αυτού του συστήματος ήταν η ύπαρξη ενός ομαλού και προβλέψιμου διεθνούς κλίματος συναλλαγών ανάμεσα στις συμμετέχουσες χώρες, που θα διέπονταν από συγκεκριμένους κανόνες με περιορισμό των ελέγχων και την επίτευξη της μετατρεψιμότητας των νομισμάτων όλων των χωρών που συμμετείχαν στο σύστημα του Bretton Woods μέσω των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών. Το σύστημα αυτό διέφερε από το κλασικό σύστημα του κανόνα του χρυσού των αρχών του 20ου αιώνα, στο ότι οι ισοτιμίες των νομισμάτων των χωρών που συμμετείχαν ήταν σταθερές μεν σε σχέση με τον χρυσό, δεν ήταν όμως τα νομίσματα τους απ’ ευθείας μετατρέψιμα σε χρυσό. Μετατρεψιμότητα σε χρυσό διατηρούσε μόνο το αμερικάνικο δολάριο στην τιμή των 35 δολαρίων ανά ουγγιά χρυσού. Οι υπόλοιπες χώρες, καθόριζαν τις ισοτιμίες τους σε σχέση με τον χρυσό μόνο έμμεσα, καθώς υπολόγιζαν την σχέση εθνικού νομίσματος ανά ουγγιά χρυσού που επιθυμούσαν και όριζαν αντίστοιχα την ισοτιμία τους με το δολάριο.
Bullion: Πολύτιμα μέταλλα επίσημα αναγνωρισμένα από τις διεθνείς αγορές με τη μορφή ράβδων ή νομισμάτων. Η Ένωση Αγορών Χρυσού & Αργύρου του Λονδίνου (London Bullion Market Association), απαιτεί οι ράβδοι χρυσού να είναι καθαρότητας τουλάχιστον 99,5% και τα χρυσά νομίσματα καθαρότητας 99,9% αντίστοιχα.
Bullion Banks: Σύμφωνα με το World Gold Council, είναι επενδυτικές τράπεζες που λειτουργούν ως προμηθευτές χονδρικής πώλησης χρυσού σε μεγάλες ποσότητες. Όλες οι τράπεζες πολύτιμων μετάλλων είναι μέλη του LBMA.
Bullish Engulfing: Το μοτίβο γραφήματος που σχηματίζεται όταν ένα μικρό μαύρο κερί ακολουθείται από ένα μεγάλο λευκό κερί που “καταπίνει” το κερί της προηγούμενης ημέρας. Οι σκιές ή ουρές του μικρού κεριού είναι σύντομες οι οποίες επιτρέπουν στο σώμα του μεγάλου κεριού να καλύψουν ολόκληρο το κερί από την προηγούμενη ημέρα.
Bullish Falling Wedge or Falling Wedge: Η καθοδική σφήνα είναι ένα γενικά ανοδικό μοτίβο επισημαίνοντας ότι κατά πάσα πιθανότητα η τιμή θα σπάσει προς τα πάνω μέσω της σφήνας και θα προχωρήσουμε σε μια ανοδική τάση. Οι γραμμές τάσης αυτού του μοτίβου συγκλίνουν, με τις δύο να κλίνουν προς την κάτω κατεύθυνση, καθώς η τιμή διαπραγματεύεται σε πτωτική πορεία.
Bullish Flag (Bull flag): Είναι ο σχηματισμός που συναντάται σε μετοχές με έντονα ανοδικές τάσεις στην τεχνική ανάλυση. Ονομάζεται έτσι επειδή το σχέδιο μοιάζει με μια σημαία πάνω σε στύλο. Ο στύλος είναι το αποτέλεσμα μιας κατακόρυφης αύξησης της τιμής μιας μετοχής, ενώ η σημαία το αποτέλεσμα μιας περιόδου σταθεροποίησης. Η σημαία είναι ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο, συχνά όμως σχηματίζεται υπό γωνία μακριά από την επικρατούσα τάση.
COMEX: Η κύρια αγορά εμπορίας μετάλλων, όπως χρυσός, ασήμι, χαλκός και αλουμίνιο, η οποία πήρε το όνομα της έπειτα από την συγχώνευση μεταξύ του Commodity Exchange Inc. και του New York Mercantile το 1994.
Commercials (Large Specs): Ο χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται από την αμερικανική Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Προθεσμιακών Συμβολαίων σε Εμπορεύματα (CFTC) για να περιγράψει τους επενδυτές όπως επενδυτικές τράπεζες, μη εγχώριοι θεσμικοί επενδυτές αλλά και μεσάζοντες οι οποίοι χρησιμοποιούν την προθεσμιακή αγορά για να αντισταθμίσουν τις τρέχουσες ανοικτές θέσεις τους και κατ’ επέκταση τις επιχειρηματικές δραστηριότητές τους.
Commercial Hedgers (Εμπορικοί Αντισταθμιστές): Οι εταιρείες που αγοράζουν συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης για να ελέγξουν το κόστος τους. Μια κατασκευαστική εταιρεία, για παράδειγμα, θα μπορούσε να ονομαστεί ένα εμπορικός αντισταθμιστής αν αγοράσει futures (συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης) χάλυβα να ελέγξει το κόστος οπλισμού του σκυροδέματος. Ένα άλλο παράδειγμα είναι όταν μια αεροπορική εταιρεία που αγοράζει futures αργού πετρελαίου για να εξισορροπήσει το κόστος των καυσίμων.
Confluence: Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται στην τεχνική ανάλυση και συγκεκριμένα στην εξέταση διαγραμμάτων, όπου διαφορετικοί δείκτες συνδυάζονται για να βοηθήσουν στον εντοπισμό πιθανών ευκαιριών.
Contango: Όταν στην αγορά η μελλοντική τιμή παράδοσης (futures) είναι υψηλότερη από την spot τιμή. Το αντίστροφο φαινόμενο ονομάζεται Backwardation.
Contrarian: Χαρακτηρισμός επενδυτή ο οποίος κινείται αντίθετα από τις κινήσεις του πλήθους, όπου αγοράζει όταν όλοι οι άλλοι πωλούν ή το αντίστροφο.
COT (Commitments of Trade):  Έκθεση Δέσμευσης Επενδυτών, η οποία δημοσιεύεται κάθε Παρασκευή από την Επιτροπή Συναλλαγών Συμβολαίων Μελλοντικής Εκπλήρωσης Εμπορευμάτων (CFTC), και επιδιώκει να παράσχει στους επενδυτές ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με προθεσμιακές πράξεις αγοράς και να αυξήσει τη διαφάνεια των πολύπλοκων αυτών των ανταλλαγών. Η συγκεκριμένη έκθεση παρέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την δέσμευση της θέσης των επενδυτών απέναντι στις μεταβολές. Αναλύει τις ανοικτές θέσεις των μεγάλων συμβάσεων που έχουν πάνω από 20 επενδυτές. Οι εκθέσεις αυτές χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν να προσδιοριστεί η πιθανότητα συνέχισης ή το τέλος μιας τάσης, ενώ παράλληλα υπολογίζονται οι θετικές και οι αρνητικές θέσεις, καθώς και οι αλλαγές της προηγούμενης εβδομάδας.
Death Cross: Όταν ο μακροπρόθεσμος κινητός μέσος όρος μιας μετοχής τέμνει από πάνω τον βραχυπρόθεσμο κινητό μέσο όρο αυτής ή το σημείο στήριξης της. Επειδή οι μακροπρόθεσμοι δείκτες έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα, η τάση αυτή υποδηλώνει πως η αγορά θα είναι καθοδική στον ορίζοντα, ακολουθούμενη από αρνητική ψυχολογία των επενδυτών και επακόλουθη πτώση των τιμών υποστηριζόμενη από μεγάλους όγκους συναλλαγών. Επιπλέον, ο μακροπρόθεσμος κινητός μέσος όρος γίνεται το νέο επίπεδο αντίστασης στην ανερχόμενη αγορά.
Doji: Ονομασία στην τεχνική ανάλυση για το κερί που μοιάζει με σταυρό ή ανεστραμμένο σταυρό ή θετικό πρόσιμο και σχηματίζεται όταν η τιμή διαπραγμάτευσης στο άνοιγμα και το κλείσιμο παραμείνει σχεδόν ίδια.
Divergence: Όταν η τιμή ενός ενεργητικού/περουσιακού στοιχείου και ενός δείκτη ή άλλων συναφών περιουσιακών στοιχείων κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις. Στην τεχνική ανάλυση, οι επενδυτές παίρνουν αποφάσεις συναλλαγής με τον προσδιορισμό των περιπτώσεων απόκλισης, όταν η τιμή μιας μετοχής και μια σειρά από σχετικούς δείκτες, όπως ο δείκτης ροής χρήματος (ΝΧΙ), κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις.
ETF (Exchange Traded Fund): Τα ETFs -Exchange traded Funds, σύμφωνα με τον ορισμό («Χρηματιστηριακά Συναλλασσόμενα Κεφάλαια») είναι Αμοιβαία Κεφάλαια διαπραγματευόμενα στη διάρκεια της συνεδρίασης, δηλαδή είναι Αμοιβαία Κεφάλαια με συμπεριφορά μετοχών. Ένα ETF είναι ένα κεφάλαιο τοποθετημένο σε μετοχές ή εμπορεύματα ή παράγωγα ή νομίσματα και διαπραγματεύεται περίπου στην ίδια τιμή των υποκειμένων στοιχείων που περιέχονται στο χαρτοφυλάκιο στη διάρκεια όλης της συνεδρίασης και όχι στο κλείσιμο όπως τα Α/Κ. Πρωτοπαρουσιάσθηκαν το 1989 αλλά άρχισαν να γίνονται λαϊκά επενδυτικά οχήματα μετά το 1993 όταν βγήκαν τα SPDRs. Το 1996 βγήκε στην αγορά των ETFs η Barclays που τα ονόμασε ishares τα οποία έγιναν πολύ δημοφιλή στις ΗΠΑ γιατί επέτρεπαν στους μικροεπενδυτές να έχουν πρόσβαση στις ξένες αγορές. Το 2009 τα i-shares έγιναν τo τέταρτο μεγαλύτερο κεφάλαιο στο κόσμο με το ενεργητικό τους να το ξεπερνούν μόνον οι 3 γίγαντες Fidelity, Vanguard και American Funds.
False Break: Η κίνηση μιας τιμής μέσω ενός προκαθορισμένου επίπεδου στήριξης ή αντίστασης όπου δεν έχει αρκετή ορμή για να διατηρήσει την κατεύθυνσή της. Δεδομένου ότι η ισχύς της διάσπασης της τίθεται σε κίνδυνο, πολλοί traders κλείνουν τις θέσεις τους και η τιμή αποτυγχάνει να κάνει την απότομη κίνηση που πολλοί ανέμεναν.
Fiat Money: Παραστατικό χρήμα ή αλλιώς χρήμα αναγκαστικής κυκλοφορίας είναι το μέσον πληρωμής το οποίο δεν καλύπτεται από αποθεματικό άλλων εμπορευμάτων (π.χ. χρυσός) και επομένως στερείται κάποιας εσωτερικής αξίας έστω και έμμεσα. Επιβάλλεται στις συναλλαγές από κάποια αρχή (συνήθως το κράτος) τόσο στις πληρωμές όσο και στις εισπράξεις. Εκφράζεται με κάποια νομισματική μονάδα έχει την μορφή συνήθως χαρτονομισμάτων και κερμάτων τα οποία μπορεί να έχουν ονομαστική αξία ίση, πολλαπλάσια ή υποπολλαπλάσια της νομισματικής μονάδας.
Το χάρτινο χρήμα καλείται παραστατικό χρήμα διότι η χρησιμοποίηση (και αξία) του ως χρήματος εξαρτάται από την πίστωση της κυβέρνησης που το εκδίδει, και όχι από οποιοδήποτε δικαίωμα να μετατραπεί σε μεταλλικά νομίσματα. Πιο συγκεκριμένα, το παραστατικό χρήμα απελευθερώνεται πλήρως από την ποσότητα των πολύτιμων μετάλλων. Όμως έχει αξία ως μέσο συναλλαγών όταν πληρούνται κάποιες βασικές προϋποθέσεις, όπως είναι:
Η σταθερή χορήγηση χρήματος από τις Κεντρικές Τράπεζες. Η ποσότητα του χρήματος που διατίθεται στην κυκλοφορία πρέπει να είναι σύμφωνη και να ακολουθεί την οικονομική ανάπτυξη και να συνυπολογίζονται και άλλα οικονομικά μεγέθη όπως, για παράδειγμα, ο πληθωρισμός.
Η αναγνώριση ως μέσου πληρωμής να είναι εγγυημένη και να επιβάλλεται από το κράτος. Η επιβολή αυτή σήμερα γίνεται συνήθως με νόμο.
Τέλος, η αγοραστική του δύναμη να είναι σταθερή. Η νομική του κατοχύρωση στις συναλλαγές έχει νόημα μόνο επειδή μπορεί να μετατραπεί σε επιθυμητά αγαθά και χρηματοοικονομικά προϊόντα που παράγονται και προσφέρονται από τη χώρα στην οποία το εν λόγω νόμισμα κυκλοφορεί.
Gresham’s Law: Νόμος του Gresham Τα κακά ή απαξιωμένα χρήματα εκτοπίζουν τα καλής ποιότητας χρήματα, καθώς τα πρώτα διατηρούνται στην κυκλοφορία επειδή η πραγματική τους αξία είναι χαμηλότερη από την ονομαστική, ενώ τα καλά αποσύρονται για να μετατραπούν σε πολύτιμα μέταλλα κυρίως.
Hedging: Αντιστάθμιση – Η στρατηγική διαχείρισης κινδύνου που χρησιμοποιείται με σκοπό τον περιορισμό ή την αντιστάθμιση πιθανής απώλειας από τις διακυμάνσεις στις τιμές των εμπορευμάτων, νομισμάτων ή τίτλων. Στην πραγματικότητα η αντιστάθμιση είναι η μεταβίβαση του κινδύνου, χωρίς να αγοράζουν τα ασφαλιστήρια συμβόλαια.
HFT (High Frequency Trading): Συναλλαγή Υψηλής Συχνότητας στις χρηματαγορές είναι η τοποθέτηση πολύ μεγάλων αριθμών διαταγών σε σύντομο χρονικό διάστημα, μερικές φορές χιλιάδες διαταγές το δευτερόλεπτο. Αυτή καλύπτει ένα ευρύ φάσμα των αυτοματοποιημένων στρατηγικών εμπορικών συναλλαγών που στηρίζονται στη γρήγορη εκτέλεση για να είναι κερδοφόρες. Μερικές από αυτές είναι αμφισβητούμενες και έχουν ακόμη και το προβάδισμα στους ισχυρισμούς της κατάχρησης αγοράς.
LBMA: H αγορά πολύτιμων μετάλλων του Λονδίνου είναι μια ένωση, όπου αποτελείται από μεγάλες διεθνείς τράπεζες & οργανισμούς, η οποία διαπραγματεύεται την χονδρική “over the counter” αγορά του χρυσού και του αργύρου. Οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ των μελών του London Bullion Market Association (LBMA) εποπτεύονται από την Τράπεζα της Αγγλίας.
Τα φυσικά χαρακτηριστικά του χρυσού και του αργύρου που διαπραγματεύονται στην αγορά, χαρακτηρίζονται από προδιαγραφές καλής παράδοσης (Good Delivery), ένα σύνολο κανόνων που εκδίδονται από την LBMA. http://www.lbma.org.uk/
Leverage: H μόχλευση είναι ένα χρηματοοικονομικό εργαλείο που επιτρέπει στον κάτοχο ενός λογαριασμού να αυξήσει την έκθεσή αυτού στην αγορά δίνοντάς του τη δυνατότητα να επενδύσει ποσό μεγαλύτερο από το πραγματικό υπόλοιπο του λογαριασμού.
LIBOR:  Το LIBOR είναι ένα διατραπεζικό επιτόκιο βάσει του οποίου οι μεγάλες διεθνείς τράπεζες στο Λονδίνο δανείζονται κεφάλαια μεταξύ τους. Επίσης, χρησιμοποιείται σαν επιτόκιο αναφοράς για τον καθορισμό πολλών άλλων κυμαινόμενων επιτοκίων σε πολλές αγορές του κόσμου.
Long: Η αγορά ενός χρηματιστηριακού προϊόντος (συνάλλαγμα, μετοχή, εμπόρευμα) με την προσδοκία ότι η αξία του θα αυξηθεί.
Margin: Το Margin (περιθώριο) είναι το ποσό των χρημάτων που απαιτείται για να διατηρηθεί μια θέση ανοικτή. Δεν αποτελεί κάποια χρέωση ή κόστος συναλλαγής, αλλά είναι απλά ένα μέρος του κεφαλαίου ενός λογαριασμού, το οποίο διαχωρίζεται και αποτελεί το ποσό του περιθωρίου.
Margin Call: Όταν το κεφάλαιο ενός λογαριασμού πέσει κάτω από ένα ορισμένο επίπεδο, τότε υπάρχει η απαίτηση του χρηματομεσίτη προς τον κάτοχο του λογαριασμό που χρησιμοποιεί margin, να καταθέσει επιπλέον χρήματα ή κινητές αξίες, έτσι ώστε ο λογαριασμός να επανέλθει στο ελάχιστο περιθώριο συντήρησης.
Marubozu: Το μοτίβο συνήθως ερμηνεύεται ως η ένδειξη συνέχισης μιας τάσης προς την ίδια κατεύθυνση. Τα κεριά μπορεί να είναι είτε bullish (ένα λευκό Marubozu) ή bearish (ένα μαύρο Marubozu), κινούνται σταθερά προς μία κατεύθυνση, αφήνοντας μικρές σκιές, αν υπάρχουν. Μια bullish μορφή Marubozu είναι όταν η τιμή κινείται σημαντικά υψηλότερα από πρίν και κλείνει στο υψηλό της, ενώ μια bearish Marubozu ανοίγει σε υψυλή θέση και κλείνει στα χαμηλά της. Σε κάθε περίπτωση, η συνεπής ώθηση προς μία κατεύθυνση από αυτόν τον σχηματισμό συνήθως ερμηνεύεται ως ένδειξη ότι η αγορά θα συνεχίσει να κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.
Mark-up: Η διαφορά (ποσοστό %) μεταξύ του κόστους αγοράς επί της χονδρικής τιμής και της λιανικής τιμής. Αν ένας έμπορος αγοράζει ένα νόμισμα 2% επί της τιμής spot του μετάλλου και το μεταπωλεί με ένα premium 5% πάνω από την τιμή spot, το περιθώριο κέρδους είναι 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Market Sentiment: Είναι η συνολική στάση των επενδυτών απέναντι σε ένα χρηματοπιστωτικό προϊόν. Το κλίμα στην αγορά είναι η αίσθηση, η ψυχολογία της αγοράς ή του πλήθους και αποκαλύπτεται μέσα από την μεταβολή της τιμής των τίτλων που διαπραγματεύονται στην αγορά αυτή. Για παράδειγμα, η αύξηση των τιμών δείχνει μια ανοδική ψυχολογία της αγοράς, ενώ η πτώση των τιμών δείχνει μια πτωτική ψυχολογία της αγοράς. Το κλίμα στην αγορά ονομάζεται “ψυχολογία των επενδυτών» και δεν στηρίζεται πάντα στις βασικές αρχές αριθμητικών και ποιοτικών πληροφοριών.
Monetary Policy: Νομισματική Πολιτική – Τα κυβερνητικά μέτρα που λαμβάνονται με το χειρισμό της προσφοράς του χρήματος, της πίστεως, των επιτοκίων κλπ. προκειμένου να επηρεαστεί η οικονομική δραστηριότητα και να επιτευχθούν συγκεκριμένοι οικονομικοί στόχοι (π.χ. σταθεροποίηση των τιμών). Επίσης είναι η κυβερνητική πολιτική αυξομείωσης των επιτοκίων που έχει σαν στόχο να καθορίσει την προσφορά χρήματος (άρα και των επενδύσεων), την υποτίμηση ή ανατίμηση του νομίσματος (άρα και των εξαγωγών ή εισαγωγών αγαθών, υπηρεσιών) και τέλος τη δυνατότητα εξωτερικού δανεισμού.
Momentum: Ο ρυθμός με τον οποίο επιταχύνεται η τιμή ενός χρεογράφου ή το μέγεθος αυτού. Η ιδέα της ορμής στους τίτλους είναι ότι η τιμή τους είναι πιο πιθανό να συνεχίσει να κινείται προς την ίδια κατεύθυνση, παρά να αλλάξει αυτή. Στην τεχνική ανάλυση, η ορμή θεωρείται ένας ταλαντωτής και χρησιμοποιείται για να βοηθήσει στον εντοπισμό των τάσεων.
Morning Star: Ένα ανοδικό μοτίβο που αποτελείται από τρία κεριά που έχουν επιδείξει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
1. Η πρώτη γραμμή είναι ένα μεγάλο κόκκινο κερί το οποίο βρίσκεται σε καθοδική τάση.
2. Η δεύτερη γραμμή είναι ένα μικρόσωμο κερί (είτε κόκκινο ή λευκό), που κλείνει κάτω από την πρώτη κόκκινη γραμμή.
3. Η τελευταία γραμμή είναι ένα μεγάλο λευκό κερί που ανοίγει πάνω από το μεσαίο κερί και κλείνει κοντά στο κέντρο του σώματος του πρώτου κεριού.
Non-Commercial Traders (Large Specs): Ο χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται από την Αμερικανική Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Προθεσμιακών Συμβολαίων σε Εμπορεύματα (CFTC) για τους traders που χρησιμοποιούν την προθεσμιακή αγορά για κερδοσκοπικούς σκοπούς. Σε γενικές γραμμές, οι Large Specs είναι μεμονωμένοι επενδυτές, hedge funds καθώς και ορισμένα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπου όταν έχουν τοποθετηθεί short πιστεύεται ότι η τιμή του συγκεκριμένου συμβολαίου θα μειωθεί.
Open Interest: Ο συνολικός αριθμός εκκρεμών εντολών για αγορά ή πώληση παραγώγων πριν το άνοιγμα της χρηματιστηριακής αγοράς.
Open Pit: Είναι η τεχνική διαδικασία εξόρυξης ορυκτών ή μεταλλευμάτων από τη γη και η απομάκρυνσή τους που εφαρμόζεται στα υπαίθρια ορυχεία.
Outside Reversal: Είναι το μοτίβο που σχηματίζεται και που χρησιμοποιείται από τεχνικούς αναλυτές έτσι ώστε να βοηθήσει στον εντοπισμό δυνητικών πτώσεων ή ανοδικών κίνησεων των τιμών σε μια συγκεκριμένη αγορά. Αυτό συμβαίνει όταν μια μπάρα πέφτει “έξω” από την προηγούμενη μπάρα, με την υψηλή του τιμή να είναι μεγαλύτερη από την προηγούμενη και την χαμηλή του χαμηλότερη από την προηγούμενη.
PBOC (People’s Bank of China): Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας – Είναι η κεντρική τράπεζα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, με την εξουσία να ελέγχει τη νομισματική πολιτική και τη ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην ηπειρωτική Κίνα. Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας έχει περισσότερα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία από οποιαδήποτε ενιαίο δημόσιο οργανισμό, και είναι η δεύτερη σε κατοχή περιουσιακών στοιχείων μετά την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Polarity: Όταν το σημείο στήριξης μετατρέπεται σε σημείο αντίστασης.
Premium: Με τον όρο “premium”, εννοούμε το επιπλέον ποσό πριμοδότησης – χρέωσης (σε $ ή σε €) επί της τρέχουσας τιμής (spot) ανά ουγγιά, για μία μπάρα πολύτιμου μετάλλου ή αντίστοιχα για ένα νόμισμα. Το “premium” περιλαμβάνει το κόστος παραγωγής για την κατασκευή του τελικού προϊόντος, την αποθήκευση, την μεταφορά καθώς και το ποσοστό κέρδους του τελικού πωλητή. Αν η τιμή spot του χρυσού είναι $ 1000 / ουγγιά και ένα νόμισμα 1 ουγγιάς πωλείται προς $ 1,050 τότε το Premium είναι $ 50 ή 5%.
Reserve currency : (Αποθεματικό Νόμισμα) – Με τον όρο αποθεματικό νόμισμα εννοούμε το νόμισμα το οποίο έχει εκδοθεί σε σημαντικές ποσότητες και το οποίο οι κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα το έχουν ως μέρος των συναλλαγματικών τους αποθεμάτων. Το αποθεματικό νόμισμα χρησιμοποιείται ευρέως στις διεθνείς συναλλαγές και συχνά θεωρείται ως ασφαλές νόμισμα. Το δολάριο ΗΠΑ θεωρείται αποθεματικό νόμισμα.
SDR (Special Drawing Rights): Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα (ΕΤΔ) – Είναι ένα διεθνές αποθεματικό περιουσιακό στοιχείο, το οποίο δημιουργήθηκε από το ΔΝΤ το 1969, ως εναλλακτική μορφή των υφιστάμενων επίσημων συναλλαγματικών διαθεσίμων των χωρών-μελών του. Δεν είναι νόμισμα και δεν έχουν φυσική παρουσία όπως το χρήμα, αλλά αποτελούν λογιστική καταχώριση και αντιπροσωπεύουν Απαίτηση για συναλλαγματικά αποθέματα νομισμάτων των χωρών-μελών του ΔΝΤ (ευρώ, ιαπωνικά γιεν, λίρες, δολάρια κτλ) με τα οποία μπορούν να ανταλλαγούν. Είναι ένας δείκτης των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας με το ΔΝΤ και ενώ δεν αποτελούν χρήμα με την αυστηρή έννοια του όρου, μοιράζεται πολλά χαρακτηριστικά του καθώς φέρει αγοραία αξία, αποτελεί τοκοφόρο περιουσιακό στοιχείο και χρησιμοποιείται ως μέσο διευθέτησης χρέους.
Μέλη του ΔΝΤ συχνά χρειάζεται να αγοράσουν ΕΤΔ προκειμένου να ξεχρεώσουν Υποχρεώσεις προς το ΔΝΤ ή μπορεί να επιθυμούν να πωλήσουν ΕΤΔ προκειμένου να προσαρμόσουν τη σύνθεση των αποθεματικών τους. Εκτός από το ρόλο του ως συμπληρωματικό αποθεματικό στοιχείο, το ΕΤΔ χρησιμεύει ως λογιστική μονάδα του ΔΝΤ και ορισμένων άλλων διεθνών οργανισμών, ενώ συμβάλλει και στη διατήρηση της σταθερότητας και της ρευστότητας των αγορών συναλλάγματος.
Shanghai Gold Exchange (SGE): Είναι ένας αυτορρυθμιζόμενος μη-κερδοσκοπικός οργανισμός, ο οποίος συστάθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας της Κίνας, οργανώθηκε από τη Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας και είναι εγγεγραμμένος στην Κρατική Διοίκηση Βιομηχανίας και Εμπορίου, έχοντας ως σκοπό την ανταλλαγή χρυσού, αργύρου, πλατίνας και άλλων πολύτιμων μετάλλων.
Short: Η πώληση ενός χρηματιστηριακού προϊόντος (συνάλλαγμα, μετοχή, εμπόρευμα) με την προσδοκία ότι η αξία του θα μειωθεί.
Short Covering:  Η διαδικασία επαναγοράς ενός τίτλου προκειμένου να κλείσει μια ανοικτή θέση short. Το short covering αναφέρεται στην αγορά των ακριβώς ίδιων τίτλων που είχαν αρχικά πωληθεί βραχυπρόθεσμα, δεδομένου ότι η διαδικασία πώλησης (short) περιλάμβανε δανεισμό αυτού και την πώλησή του στην αγορά.
Spot Price: Η τιμή άμεσης παράδοσης μιας ουγγιάς σε φυσική μορφή πολύτιμου μετάλλου (χρυσό ή ασήμι). Αυτή χρησιμοποιείται ως βάση για τιμές χονδρικής και λιανικής.
Spread: Η διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και της τιμής ζήτησης μιας μετοχής.
SSE Composite Index: Είναι ο δείκτης του χρηματιστηρίου του συνόλου των μετοχών (Α και Β κατηγορίας) που διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο της Σαγκάης. Οι μετοχές Α κατηγορίας μπορούν να διαπραγματευθούν μόνο από εγχώριους επενδυτές ενώ οι μετοχές Β κατηγορίας από αλλοδαπούς επενδυτές.
Unallocated Account: Ονομάζεται ο γενικός λογαριασμός αποθήκευσης χρυσού, ο οποίος αποτελεί έναν δημοφιλές τρόπο διαπραγμάτευσης για τα πολύτιμα μέταλλα. Οι συναλλαγές μπορούν να διευθετηθούν από πιστώσεις ή χρεώσεις στο λογαριασμό, ενώ το υπόλοιπο αντιπροσωπεύει το χρέος μεταξύ των δύο μερών. Τα πιστωτικά υπόλοιπα στο λογαριασμό δεν χρεώνονται στον πιστωτή με τη μορφή ράβδων χρυσού ή αργύρου, αλλά υποστηρίζονται από το γενικό απόθεμα του πολύτιμου μετάλλου μέσω του εμπόρου με τον οποίο τηρείται ο λογαριασμός. Ο πελάτης υπό αυτή τη μορφή λογαριασμού θεωρείται ένας πιστωτής χωρίς αντίκρισμα.
Volatility Index (VIX): Δείκτης μεταβλητότητας – φόβου (VIX) είναι ένας χρηματοοικονομικός δείκτης που δείχνει την αναμενόμενη μεταβλητότητα της αγοράς τις επόμενες 30 ημέρες και υπολογίζεται από τις επί μέρους μεταβλητότητες ενός μεγάλου αριθμού options του δείκτη S&P-500. Ο δείκτης μεταβλητότητας αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο παρακολούθησης της αγοράς και ταυτόχρονα ένα διαπραγματεύσιμο προϊόν στο CBOE (Chicago Board Options Exchange). H τιμή του VIX αυξάνεται όταν οι επενδυτές ανησυχούν για τη μελλοντική μεταβλητότητα, ωστόσο, υψηλές τιμές του δείκτη δεν σημαίνουν κατ’ ανάγκη ότι η αγορά θα κινηθεί καθοδικά, μόνο ότι οι επενδυτές αναμένουν μεγάλες διακυμάνσεις στις τιμές, είτε ανοδικές, είτε καθοδικές. Όταν η αγορά είναι σταθερά ανοδική, υπάρχει γενικά ένα χαμηλό επίπεδο μεταβλητότητας στην αγορά και αγοράζονται περισσότερα call options απ’ ότι put options. Αντίθετα, όταν η αγορά πέφτει κι επικρατεί πανικός, προκαλείται ένα υψηλό επίπεδο μεταβλητότητας, όπου αγοράζονται περισσότερα put options απ’ ότι call options.
World Gold Council: Το World Gold Council (Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού) συγκροτείται από 18 μέλη, ανάμεσα τους κορυφαίες εταιρίες εξόρυξης χρυσού, με σκοπό την ανάπτυξη της βιομηχανίας χρυσού και την παράλληλη τόνωση της αγοράς. Με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, έχει αναπτύξει μια σειρά δραστηριοτήτων οι οποίες επεκτείνονται από την Ινδία και την Άπω Ανατολή έως τις ΗΠΑ, σε διάφορους τομείς των επενδύσεων, των κοσμημάτων και της τεχνολογίας, καθώς επίσης συμμετέχει σε κρατικές υποθέσεις. http://www.gold.org/
Yield:  Το ποσοστό απόδοσης της επένδυσης. Όταν αναφερόμαστε σε ομόλογα αντιπροσωπεύει το επιτόκιο.